Δευτέρα 4 Μαρτίου 2013

Η συνοδεία

Χύθηκε το νερό απ΄του σύννεφου την άκρη,
ξεδίψασαν της φλαμουριάς οι κλώνοι.
Δε βιάστηκαν καθόλου οι πεζοπόροι
και μ' απορία στάθηκαν για λίγο.
Συντάραζε ο ήχος της καμπάνας
και η γοερή κραυγή της μάνας.
Χυμένα ξέπλεκα μαλλιά στους ώμους,
εσκέπαζαν το πρόσωπο,τους πόνους.
Δεν ήξερες αν έκλαιγε ο αγέρας,
αν κλάμα κι η λαλιά μιας καρδερίνας.
Τ' αντρίκιο πρόσωπο ο πατέρας
αν άγγιζε τα σύνορα της τρέλας.
Η συνοδεία όδευε αγάλι
κι όλων οι σκέψεις σε μια ζάλη.
'Ετσι με τάξη πέρασε ο θρήνος
ενώ κρατούσε ακόμα η μέρα.
Κι αφού λυθήκαν οι αρμοί της συνοδείας
κάποιοι εξηγούσαν το μοιραίο.
Πώς τ' άτυχο το παλικάρι,
που ήθελε κάποτε "τρανός"να γίνει,
έπνιξε κάθε όνειρό του
μες σε μια δόση ηρωίνη.

Θήβα (1980-1987)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου